23 Σεπτεμβρίου 2023

«Παρακρατηθέν» της Χρύσας Βάσσου



-Αρπαξαμε το τίποτα τη στιγμή που η ψυχή διψούσε για το ‘όλα’

-Ψιθυρισαμε ενδόμυχα φόβους, όταν μέσα μας ούρλιαζε το κάθε κύτταρο

-Φύγαμε κλείνοντας δειλά τις πόρτες και αφήνοντας πίσω μας ανθρώπους, την ώρα που η ανάγκη για κατάθεση ψυχής μετατράπηκε σε εγωισμό –

Συντηρήσαμε τα κορμιά μας σε κρεβάτια δανεικά, με ανθρώπους μιας χρήσης, για την ηδονή μιας βραδιάς, ενώ η καρδιά ζητούσε το ‘κάθε βραδιά’ Χαρήκαμε με όμορφα ψέματα γιατί φοβόμασταν να ακούσουμε άσχημες αλήθειες

-Ποθήσαμε ηλιοβασιλέματα με αγκαλιές και τρυφερά φιλιά, αλλά σωπάσαμε για να μην μας πουν χαζορομαντικούς κι ονειροπόλους

-Λαχταρήσαμε χάδια μητρικά, μα τέτοιες λαχτάρες θάφτηκαν μέσα βαθιά, καθώς ντραπηκαμε, τάχα γιατί τώρα μεγαλώσαμε πια γι’ αυτά

-Ακουμπήσαμε τα σώματα με βία, ενω θέλαμε να αγγίξουμε απαλά τις ψυχές -Ζητιανέψαμε λίγα ίσως, όταν η δύναμη του ‘Θέλω’ θα’ταν σωτήρια λύση

-Διασχίσαμε το δρόμο μέχρι την απέναντι γωνιά, ενώ η φαντασία έκανε ταξίδια μακρινά

-Πατούσαμε φρένο σε κάθε νέα πρόκληση, τη στιγμή που το τολμηρό παιδί που κρύβουμε μέσα μας φώναζε ‘γκάζι’ Πληγωθήκαμε. Ματώσαμε. Κλάψαμε.

Ανοίγαμε τις πληγές μας -σαν μια κακιά συνήθεια πια-, δίχως να τις επουλώνουμε. Ματώναμε και πονούσαμε. Όχι επειδή παλέψαμε και φάγαμε τα μούτρα μας.

Όχι. Πες το από φόβο. -σίγουρα από φόβο-. Πες το από δισταγμό. Από απογοήτευση. Ίσως και δειλία. Αφεθήκαμε σε τέτοιους πόνους. Κατανικηθήκαμε από αυτούς. Από προσωπική επιλογή. Αποποιηθήκαμε τους ίδιους μας τους εαυτούς.

Άραγε, ζήσαμε τελικά;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου